Vööt στα ελληνικά

Μετάφραση: vööt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράβδωση, σερί, τη ράβδωση, γραμμή, λωρίδα
Vööt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • juhis στα ελληνικά - οδηγία, κατεύθυνση, οδηγός, ρύθμιση, υπόδειξη, κανονισμός, οδηγίες, ...
  • korrektuur στα ελληνικά - διόρθωμα, διόρθωση, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
  • ligidal στα ελληνικά - αποπνιχτικός, πνιγηρός, κολλητός, κοντά, κοντινός, στενή, κλείσιμο, ...
  • moon στα ελληνικά - παπαρούνα, παπαρούνας, της παπαρούνας, παπαρούνας που, οπίου
Τυχαίες λέξεις
Vööt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράβδωση, σερί, τη ράβδωση, γραμμή, λωρίδα