Λέξη: ξεμέθυστος

Μεταφράσεις: ξεμέθυστος

ξεμέθυστος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sober, stone-sober

ξεμέθυστος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sobrio, serio, piedra, de Piedra, de Piedra con, de Piedra de

ξεμέθυστος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ernüchtern, düster, nüchtern, Stein, aus Stein, Steinen

ξεμέθυστος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pacifique, paisible, sobre, tranquille, sombre, rassis, sérieux, prosaïque, solennel, pierre, en Pierre de, pierres, en pierre, de pierre

ξεμέθυστος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parco, sobrio, stone, pietra, in pietra, di pietra, pietre

ξεμέθυστος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sóbrio, parco, comedido, sober, sóbria, sóbrios, sóbrias

ξεμέθυστος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
somber, donker, nuchter, bezadigd, stemmig, matig, sober, stone, steen, stenen, steenworp, van steen

ξεμέθυστος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
умеренный, рассудительный, здравый, отрезвлять, вытрезвлять, воздержанный, трезвый, здравомыслящий, отрезвить, благоразумный, вытрезвить, мрачный, остепениться, каменный, камня

ξεμέθυστος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
edruelig, edru, stein, steinen, sten, Heller

ξεμέθυστος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nykter, sten, stenkast, i sten

ξεμέθυστος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
selvä, haalistunut, raitis, hillitty, synkkä, tumma, kivi, stone, kiven, kiveä, kivestä

ξεμέθυστος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stone, sten, stenen

ξεμέθυστος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozvážný, klidný, střízlivý, usedlý, střídmý, stone-, kamene, kamenné, kamenný, kamennou

ξεμέθυστος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
trzeźwy, trzeźwieć, rzeczowy, stonować, uspokajać, otrzeźwić, wytrzeźwić, spokojny, zrównoważony, trzeźwić, kamień, kamienia, stone, kamienny, kamienne

ξεμέθυστος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kő, stone, kőből, követ, köves

ξεμέθυστος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ölçülü, taş, Stone, taşı, taştan, bir taş

ξεμέθυστος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розсудливий, помірний, тверезий, кам'яний, кам'яне, Кам`яний, Камінний, кам'яна

ξεμέθυστος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
guri, gur, gurit, me gurë, gur i

ξεμέθυστος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
камък, каменна, камъни, каменни, каменен

ξεμέθυστος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тямны, каменны, мураваны, каменную, Каменная, Каменный

ξεμέθυστος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaine, kivi, kivist, stone, kivimaja

ξεμέθυστος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
trezven, razborit, umjeren, miran, kamen, kamena, kameni, kamene, kamenom

ξεμέθυστος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stein-

ξεμέθυστος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
siccus

ξεμέθυστος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
akmens, akmenų, akmenimis, nuo akmenų, akmenį

ξεμέθυστος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
akmens, akmeņu

ξεμέθυστος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
камен, камени, каменот, камења, камените

ξεμέθυστος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
-

ξεμέθυστος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kamen, stone, kamna, kamnita, kamniti

ξεμέθυστος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
triezvy, stone, kameň, kamenné, kameňa
Τυχαίες λέξεις