Valideerima στα ελληνικά

Μετάφραση: valideerima, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρώνω, επικύρωση, επικυρώνει, επικυρώνουν, επικυρώσει, την επικύρωση
Valideerima στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eksemplar στα ελληνικά - δείγμα, αντιγράφω, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
  • kahtlustav στα ελληνικά - ύποπτος, καχύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
  • kokkukasvamine στα ελληνικά - προσκόλληση, Μεγαλώνοντας, Καλλιέργεια, αυξανόμενη, Growing, Η αυξανόμενη
  • märkama στα ελληνικά - παρατηρώ, εντοπίζω, σπυρί, ανιχνεύω, πίνακας, μέρος, διαβλέπω, ...
Τυχαίες λέξεις
Valideerima στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρώνω, επικύρωση, επικυρώνει, επικυρώνουν, επικυρώσει, την επικύρωση