Λέξη: μετάδοση

Σχετικές λέξεις: μετάδοση

μετάδοση aids, μετάδοση θερμότητας, μετάδοση δεδομένων, μετάδοση τελικού κυπέλλου, μετάδοση formula 1 2014, μετάδοση τελικού champions league, μετάδοση hpv, μετάδοση και ρυθμός μετάδοσης πληροφορίας, μετάδοση f1 2014, μετάδοση eurovision 2014

Συνώνυμα: μετάδοση

κοινωνία, επικοινωνία, σχέση, επαφή, ομιλία, μόλυνση, μίασμα, μεταδοτική αρρώστεια, μεταφορά, μεταβίβαση, διαβίβαση, όχημα, μέσο μεταφοράς, ασύρματος πομπή, ανακοίνωση, συγκοινωνία, συνεννόηση, είδηση

Μεταφράσεις: μετάδοση

μετάδοση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
broadcasting, transmission, communication, transmission of, transmitting

μετάδοση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
transmisión, de transmisión, la transmisión, transmisión de, la transmisión de

μετάδοση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sendung, rundfunksendung, ausstrahlung, hörfunk, rundsendung, Übertragung, Getriebe, Übermittlung, Transmission, Übertragungs

μετάδοση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
radio, diffusion, radiodiffusion, transmission, la transmission, transport, émission, de transmission

μετάδοση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trasmissione, di trasmissione, la trasmissione, trasmissione di, cambio

μετάδοση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
radiodifusão, transmissão, de transmissão, transmissão de, a transmissão, de transporte

μετάδοση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
transmissie, overdracht, uitzending, overbrenging, verzending

μετάδοση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
радиоузел, вещание, радиопередача, передача, трансляционный, телевещание, радиовещательный, радиовещание, радиотрансляционный, трансляция, передачи, передач, передачу, коробка передач

μετάδοση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
overføring, transmisjon, girkasse, overførings, overføringen

μετάδοση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
överföring, transmission, sändning, transmissions, överförings

μετάδοση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yleisradiointi, siirto, lähetys, lähetyksen, siirto-, lähetystä

μετάδοση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
transmission, overførsel, fremsendelse, transmissionen, indberetning

μετάδοση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vysílání, převodovka, přenos, přenosu, přenosové

μετάδοση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nadawczy, radiofonia, nadawanie, transmitowanie, radionadawczy, transmisja, przekładnia, przekazywanie, przekazanie, przenoszenie

μετάδοση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átvitel, átviteli, továbbítása, sebességváltó, továbbítására

μετάδοση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
transmisyon, iletim, şanzıman, aktarım, iletimi

μετάδοση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
радіомовлення, радіомовний, передача, передавання, передачі, передачу, передання

μετάδοση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
transmetim, transmision, transmetimit, e transmetimit, transmetimi

μετάδοση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предаване, трансмисия, пренос, преносна, преносни

μετάδοση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
перадача, передача

μετάδοση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
teadustamine, ringhääling, edastamine, käigukast, edastamise, edastamiseks, edastamist

μετάδοση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neusmjereno, emitiranje, radio-emisija, prijenos, mjenjač, prijenosnog, prijenosne, transportnog

μετάδοση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sending, sendingu, miðlun, flutningur, flutning

μετάδοση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
transmisija, perdavimas, perdavimo, pavarų dėžė, pavarų

μετάδοση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
transmisija, pārraide, pārraides, pārnesumkārba, nosūtīšana

μετάδοση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пренос, менувач, пренос на, преносот, за пренос

μετάδοση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
transmisie, transport, de transport, transmitere, de transmisie

μετάδοση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prenos, menjalnik, posredovanje, prenosnega, prenosnih

μετάδοση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prevodovka, Elektro Prevodovka

Στατιστικά δημοτικότητας: μετάδοση

Τυχαίες λέξεις