Átala στα ελληνικά

Μετάφραση: átala, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατσαδιάζω, επιπλήττω, επίπληξη, Atal, του Atal
Átala στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • át στα ελληνικά - έφαγε, έτρωγαν, έφαγαν, έτρωγε, φάγαμε
  • áta στα ελληνικά - τροφή, φαγητό, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
  • átt στα ελληνικά - κατεύθυνση, προς, για, προς την, έναντι, προς την κατεύθυνση
  • átta στα ελληνικά - οκτώ, οχτώ, των οκτώ, από οκτώ
Τυχαίες λέξεις
Átala στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατσαδιάζω, επιπλήττω, επίπληξη, Atal, του Atal