Adjunto στα ελληνικά

Μετάφραση: adjunto, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρωτής, συμπλήρωμα, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται
Adjunto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adjudicar στα ελληνικά - βραβείο, αποφαίνομαι, κατανέμω, απονέμω, κατακυρώνω, αναθέτω, ανάθεση, ...
  • adjuntar στα ελληνικά - συνδέω, επισυνάπτω, αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε
  • administración στα ελληνικά - διοικητικός, χορήγηση, κατεύθυνση, διοίκηση, κυβέρνηση, διαχείριση, χορήγησης, ...
  • administrador στα ελληνικά - οικονόμος, θαλαμηπόλος, επιστάτης, διευθυντής, διαχειριστής, διαχειριστή, διαχειριστή του, ...
Τυχαίες λέξεις
Adjunto στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρωτής, συμπλήρωμα, συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται