Afección στα ελληνικά

Μετάφραση: afección, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρυφερότητα, στοργή, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
Afección στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afable στα ελληνικά - αξιαγάπητος, πρόσχαρος, φιλόφρων, φιλικός, αβρός, ζεστός, προσηνής, ...
  • afamado στα ελληνικά - γνωστός, αξιοσημείωτος, διάσημος, ξακουστός, φημισμένος, πολύκροτος, επιφανής, ...
  • afectación στα ελληνικά - εκζήτηση, επιτήδευση, νάζια, επηρεασμού, επηρεασμός, προσποίηση
  • afectado στα ελληνικά - επιτηδευμένος, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, επηρεαστούν
Τυχαίες λέξεις
Afección στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρυφερότητα, στοργή, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος