Λέξη: αεροπόρος

Σχετικές λέξεις: αεροπόρος

πανίκοσ αεροπόροσ, χαμπήσ αεροπόροσ, αεροπόρος θα γενώ στίχοι, αεροπόρος ροδοκανάκης, αεροπόρος κύπρος, καμπέρος αεροπόρος, αεροπόρος θα γενώ, αεροπόρος παπαναστασίου, αντροσ αεροπόροσ, αεροπόρος χαλκιάς

Συνώνυμα: αεροπόρος

ιπτάμενος, ιπτάμμενος, ταχεία αμαξοστοιχία, αεροναύτης

Μεταφράσεις: αεροπόρος

αεροπόρος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aviator, airman, flyer, aeronaut, aviatrix

αεροπόρος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
piloto, aviador, Aviator, de aviador, del aviador, aviador de

αεροπόρος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
flieger, Flieger, Aviator, Piloten, Fliegers

αεροπόρος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aéronaute, aviateur, Aviator, l'aviateur, Aviation, d'aviateur

αεροπόρος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aviatore, pilota, aviator, da aviatore, dell'aviatore

αεροπόρος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aviador, aviator, do aviador, piloto, o aviador

αεροπόρος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vliegenier, vlieger, de Vliegenier, aviator, vliegeniers

αεροπόρος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
авиатор, летчик, пилот, Aviator, летчиком, авиатора

αεροπόρος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flyger, aviator, flyveren, aviatoren

αεροπόρος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flygare, aviator, flygaren, pilot

αεροπόρος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lentäjä, aviator, ilmailija, ilmailijalle, Aviatoria

αεροπόρος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pilot, aviator, aviatoren, aviators

αεροπόρος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
letec, Aviator, pilot, pilotem, letce

αεροπόρος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pilot, lotnik, aviator, lotniczka, Pilota

αεροπόρος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
aviatikus, pilóta, Aviator, repülős, pilótája

αεροπόρος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
havacı, aviator, pilot, The Aviator, bir havacı

αεροπόρος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пілот, авіатор, Авиатор

αεροπόρος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
aviator, pilot, aviator i

αεροπόρος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пилот, авиатор, летец, авиаторско, авиаторски

αεροπόρος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
авіятар

αεροπόρος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lendur, aviator, lenduri, The Aviator, Chops

αεροπόρος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pilot, avijatičar, Aviator, pilotske, avijatičarski

αεροπόρος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flugmaður, Aviator

αεροπόρος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lakūnas, aviatorius, Aviator, aviatorė

αεροπόρος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lidotājs, Aviator, aviators

αεροπόρος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
авијатичар, Авијатичарот, пилот, Aviator

αεροπόρος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
aviator, aviatorul, aviatorului, aviator de

αεροπόρος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pilot, lete, letalec, aviator, Avijatičar

αεροπόρος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
letec, pilot, Aviator
Τυχαίες λέξεις