Apetito στα ελληνικά

Μετάφραση: apetito, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή
Apetito στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apestar στα ελληνικά - μολύνω, βρόμα, βρομώ, βρομιά, βρώμα, δυσωδία, βρωμάει, ...
  • apestoso στα ελληνικά - stinky, τα stinky, βρωμερός
  • apetitoso στα ελληνικά - ορεκτικός, ορεκτική, ορεκτικό, ορεκτικά, νόστιμο
  • apio στα ελληνικά - σέλινο, το σέλινο, σέλινου, ραβδώσεις, με ραβδώσεις
Τυχαίες λέξεις
Apetito στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή