Aprovechar στα ελληνικά

Μετάφραση: aprovechar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοποιώ, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
Aprovechar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apropiado στα ελληνικά - ταιριαστός, οικειοποιούμαι, κατάλληλος, επιρρεπής, σφετερίζομαι, κατάλληλη, κατάλληλα, ...
  • apropiar στα ελληνικά - διασκευάζω, προσαρμόζω, ιδιοποιείται, ιδιοποίηση, ιδιοποιούνται, οικειοποιηθούν, οικειοποιηθεί
  • aprovisionamiento στα ελληνικά - παρέχω, προμήθεια, χορήγηση, μέριμνα, παροχή, τροφοδοσία, τροφοδότηση, ...
  • aprovisionar στα ελληνικά - χορήγηση, προμήθεια, παροχή, παρέχω, εφοδιασμού, προσφοράς, προμήθειας
Τυχαίες λέξεις
Aprovechar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοποιώ, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή