Conducirse στα ελληνικά

Μετάφραση: conducirse, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπεριφέρομαι, συμπεριφέρονται, συμπεριφέρεται, συμπεριφορά, συμπεριφερθεί
Conducirse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • condolerse στα ελληνικά - συμπαθώ, συμπάθεια, κατανοώ, συμπαθήσει, με συμπάθεια
  • conducir στα ελληνικά - ιππεύω, πηγαίνω, σκηνοθετώ, διαγωγή, πιλοτάρω, φέρσιμο, συμπεριφορά, ...
  • conducta στα ελληνικά - καθοδήγηση, διαγωγή, φέρσιμο, χειραγωγία, συμπεριφορά, διεξάγω, συμπεριφοράς, ...
  • conductividad στα ελληνικά - αγωγιμότητα, αγωγιμότητας, αγωγιμότητος, η αγωγιμότητα, την αγωγιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Conducirse στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπεριφέρομαι, συμπεριφέρονται, συμπεριφέρεται, συμπεριφορά, συμπεριφερθεί