Λέξη: επιβίβαση

Σχετικές λέξεις: επιβίβαση

επιβίβαση για μακρινό ταξίδι, επιβίβαση για τα κύθηρα

Συνώνυμα: επιβίβαση

οικοτροφία, σανίδες

Μεταφράσεις: επιβίβαση

επιβίβαση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
embarkation, boarding, board, embarking, embark

επιβίβαση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
embarco, embarque, abordaje, de embarque, internado, el embarque

επιβίβαση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einschiffung, verladung, Einschiffung, Internat, Bord, Boarding, Verpflegung

επιβίβαση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chargement, embarquement, cargaison, l'embarquement, internat, pension, d'embarquement

επιβίβαση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
imbarco, d'imbarco, di imbarco, boarding, l'imbarco

επιβίβαση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
embarque, de embarque, boarding, internato, o embarque

επιβίβαση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
boarding, internaat, internaten, instappen, het inschepen

επιβίβαση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
посадка, погрузка, груз, интернат, интерната, посадочный, интернате

επιβίβαση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
boarding, ombordstigning, kost

επιβίβαση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ombordstigning, boarding, internatskola, ombordstignings

επιβίβαση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nouseminen, lennolle, boarding, pääsy lennolle, täysihoitolat

επιβίβαση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
boarding, bording, boardingafvisning, ombordstigning, opbringningen

επιβίβαση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nalodění, naložení, náklad, nástup do letadla, stravování, internátní, boarding, nástupní

επιβίβαση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ładowanie, wlot, wejście, desant, wsiadanie, abordaż, zaokrętowanie, deskowanie, pokład, na pokład

επιβίβαση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beszállás, bentlakásos, a beszállás, beszállást, fedélzetre

επιβίβαση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yatılı, biniş, board, boarding, pansiyon

επιβίβαση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вантаж, посадка, посадку, садіння

επιβίβαση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hipje, konvikt, me konvikt, konvikte, konviktit

επιβίβαση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пансион, на борда, качване, достъп на борда, качване на борда

επιβίβαση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пасадка

επιβίβαση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pardaleminek, pardaletulek, mahajätmise, boarding, pardalemineku, laeva peatamise

επιβίβαση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ukrcaj, boarding, za trčanje, ukrcavanje, trčanje u

επιβίβαση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Stangveiði, borð, bretti, um borð

επιβίβαση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įsodinimas, banglentėmis, įlaipinimo, vežti, internatinė

επιβίβαση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iekāpšana, iekāpšanas, vējdēli, ar vējdēli, internātpamatskola

επιβίβαση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
интернат, интернати, интернатот, пансиони

επιβίβαση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
îmbarcare, internat, de îmbarcare, îmbarcarea, imbarcare

επιβίβαση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vkrcanje, boarding, vkrcanja, vkrcavanje, za vkrcanje

επιβίβαση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nástup, vstup, nástupu
Τυχαίες λέξεις