Confortable στα ελληνικά
Μετάφραση: confortable, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βολικός, άνετος, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- conformidad στα ελληνικά - συμφωνία, συμμόρφωση, αλληλογραφία, συμμόρφωσης, σύμφωνα, πιστότητας, της συμμόρφωσης
- conformista στα ελληνικά - συμμορφούμενος με τα καθεστώτα, κομφορμιστική, συμμορφούμενος με, κομφορμιστικό, κομφορμιστικά
- confortar στα ελληνικά - ενδυναμώνω, παρηγορώ, ζητωκραυγάζω, καρδαμώνω, άνεση, άνεσης, την άνεση, ...
- confrontación στα ελληνικά - διαμάχη, αντιμετώπιση, αναμέτρηση, αντιπαράθεση, αντιπαράθεσης, σύγκρουση
Τυχαίες λέξεις
Confortable στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βολικός, άνετος, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
Μεταφράσεις: βολικός, άνετος, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες