Encendido στα ελληνικά

Μετάφραση: encendido, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, φλεγόμενος, πυροδότηση, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης
Encendido στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • encendedor στα ελληνικά - μαούνα, αναπτήρας, αναπτήρα, ελαφρύτερο, ελαφρύτερα, ελαφρύτερη
  • encender στα ελληνικά - φωτερός, φωτίζω, εξάπτω, ανάβω, ξανθός, διεγείρω, ερεθίζω, ...
  • encerado στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
  • encerar στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
Τυχαίες λέξεις
Encendido στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, φλεγόμενος, πυροδότηση, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης