Ensalivar στα ελληνικά
Μετάφραση: ensalivar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλιάζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- enroscar στα ελληνικά - στροφή, στραμπουλίζω, πλοκή, καμπή, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, ...
- ensalada στα ελληνικά - σαλάτα, σαλάτας, σαλάτες
- ensalzar στα ελληνικά - εκθειάζω, έπαινος, επαινώ, εκθειάζουν, εκθειάζουμε, extol, εξυμνήσει τον
- ensanchar στα ελληνικά - διευρύνω, πλαταίνω, φαρδαίνω, μεγέθυνση, Κίνδυνος, μεγένθυση, enlarge, ...
Τυχαίες λέξεις
Ensalivar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλιάζω
Μεταφράσεις: σαλιάζω