Λέξη: λεύκη
Σχετικές λέξεις: λεύκη
λεύκη φωτογραφιες, λεύκη θεραπεία 2014, λεύκη θεραπεία, λεύκη και διατροφή, λεύκη wiki, λεύκη συμπτωματα, λεύκη wikipedia, λεύκη τι ειναι, λεύκη δέντρο, λεύκη και βότανα
Συνώνυμα: λεύκη
λεύκα, άσπρη λεύκα, άσπρη λεύκη
Μεταφράσεις: λεύκη
λεύκη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aspen, poplar, vitiligo, of Vitiligo
λεύκη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
álamo, álamos, de álamo, chopo, del álamo
λεύκη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
espe, Pappel, Pappeln, poplar
λεύκη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tremble, peuplier, peupliers, le peuplier, de peuplier, du peuplier
λεύκη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pioppo, di pioppo, pioppi, poplar, il pioppo
λεύκη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
álamo, choupo, Poplar, de álamo, do poplar
λεύκη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
esp, ratelpopulier, populier, Poplar, populieren, abeel, de populier
λεύκη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тополь, осина, тополя, тополей, тополем, из тополя
λεύκη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
poppel, Poplar, poppel-, popler, i Poplar
λεύκη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
asp, poppel, Poplar, poppeln
λεύκη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haapa, poppeli, Poplar, poppelista, poppelia, poppelin
λεύκη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
poppel, Poplar, poppeltræ, i Poplar, popler
λεύκη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
osika, topol, Poplar, topolu, topolové, topolového
λεύκη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
osika, topola, Poplar, topoli, topolowe, topolowego
λεύκη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyárfa, Poplar, nyar, nyr
λεύκη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kavak, Poplar, The Poplar, kavak ağacı
λεύκη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
осика, тополя, Тополь, тополю, Топіль
λεύκη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
plep, plepi, plepit, plepin, plep i
λεύκη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
топола, тополи, тополова, тополови, тополата
λεύκη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
таполя, таполю, тополь, таполя канадская
λεύκη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haavapuust, haab, pappel, papli, paplit, paplite
λεύκη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jasika, jasike, topola, Poplar, topole, jablan, jablana
λεύκη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Poplar
λεύκη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tuopa, tuopos, topoliai, tuopų, Poplar
λεύκη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apse, papele, papeles, papeļu, poplar
λεύκη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
топола, тополи, тополови, на топола
λεύκη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
plop, de plop, Poplar, din plop, plopi
λεύκη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
topol, topolov, poplar, topola, lesa topolov
λεύκη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
osika, topoľ, topol, Poplar
Στατιστικά δημοτικότητας: λεύκη
Τυχαίες λέξεις