Ortodoxo στα ελληνικά

Μετάφραση: ortodoxo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Ortodoxo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ortiga στα ελληνικά - τσουκνίδα, τσουκνίδας, κνιδωτικό, nettle, ταύρο από τα κέρατα
  • ortodoxia στα ελληνικά - ορθοδοξία, Ορθοδοξίας, την Ορθοδοξία, η Ορθοδοξία, με την ορθοδοξία
  • ortografía στα ελληνικά - ορθογραφία, ορθογραφικά, ορθογραφίας, την ορθογραφία, ορθογραφικό
  • ortográfico στα ελληνικά - ορθογραφικός, ορθογραφική, ορθογραφικών, ορθογραφικές, ορθογραφικής
Τυχαίες λέξεις
Ortodoxo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης