Λέξη: φρενίτιδα
Σχετικές λέξεις: φρενίτιδα
γερμανοφοβική φρενίτιδα, φρενίτιδα συνωνυμα, φρενίτιδα λεξικο, φρενίτιδα ορισμος, φρενίτιδα βικιπαιδεια
Συνώνυμα: φρενίτιδα
αλλοφροσύνη, φρενίτης, φρενίτητα, φρενίτις
Μεταφράσεις: φρενίτιδα
φρενίτιδα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frenzy, frenzy of, the frenzy
φρενίτιδα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
furor, frenesí, frenesí de, locura, el frenesí, delirio
φρενίτιδα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
taumel, ekstase, wahnsinn, Raserei, Rausch, Wahnsinn, frenzy, Taumel
φρενίτιδα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rage, furie, démence, fureur, extase, folie, frénésie, délire, la frénésie
φρενίτιδα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pazzia, frenesia, delirio, frenzy, frenesia di, furore
φρενίτιδα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
frenesi, frenzy, frenesi de, frenesim, delírio
φρενίτιδα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
razernij, waanzin, frenzy, waanzin van
φρενίτιδα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
остервенение, умопомешательство, остервенелый, безумие, бешенство, неистово, сумасшествие, раж, исступление, неистовство, ярость, помешательство, Frenzy, безумство
φρενίτιδα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vanvidd, raseri, mylder, Frenzy
φρενίτιδα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frenesi, Frenzy, raseri, frenesin
φρενίτιδα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vimmaisuus, hysteria, hurmio, vimma, Frenzy, Haettu
φρενίτιδα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vanvid, Frenzy, vanvittig, raptus
φρενίτιδα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šílenství, zuřivost, Frenzy
φρενίτιδα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szał, szaleństwo, Frenzy, szaleństwa
φρενίτιδα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
őrület, Frenzy, őrjöngés
φρενίτιδα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çılgınlık, kudurtmak, çıldırtmak, taşkınlık, kendinden geçme
φρενίτιδα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
божевілля, безумство
φρενίτιδα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
furi, valë, Frenzy, shpeshtësi, ngjarje e shpeshtë
φρενίτιδα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безумие, ярост, полуда, Frenzy, лудост
φρενίτιδα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вар'яцтва
φρενίτιδα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pöörasus, meeletus, hullus, Frenzy, raev
φρενίτιδα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bijes, gnjev, razgnjeviti, bjesnilo, Frenzy, ludilo, pomama
φρενίτιδα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tryllingur, æði, Frenzy
φρενίτιδα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
furor, rabies
φρενίτιδα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įsiutimas, Frenzy, siautulys, pasiutimas, nepaprastas susijaudinimas
φρενίτιδα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
neprāts, Frenzy, trakums
φρενίτιδα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бес, лудост, хистерија, лудило, полуда
φρενίτιδα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
frenezie, Frenzy, frenezia, frenezie de, freneziei
φρενίτιδα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
maine, blaznost, blaznosti, Jeza, frenzy, histerija
φρενίτιδα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mánie, šialenstvo, šialenstva, šialenstvu
Τυχαίες λέξεις