Pericial στα ελληνικά
Μετάφραση: pericial, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρογνώμονας, εμπειρογνώμων, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Μεταφράσεις
- pergamino στα ελληνικά - περγαμηνή, περγαμηνής, περγαμηνοειδή, περγαμηνές
- pericia στα ελληνικά - πραγματογνωμοσύνη, ικανότητα, εμπειρογνωμοσύνη, εμπειρογνωμοσύνης, εμπειρία, τεχνογνωσία
- periferia στα ελληνικά - περιφέρεια, περιφέρειας, περιφερείας, περιφέρειά, την περιφέρεια
- periférico στα ελληνικά - περιφερειακός, περιφερειακός δρόμος, περιφερειακή οδό, περιφερειακό δρόμο, περιφερειακής οδού, την περιφερειακή οδό
Τυχαίες λέξεις
Pericial στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, εμπειρογνώμων, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, εμπειρογνώμων, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων