Salmón στα ελληνικά

Μετάφραση: salmón, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού
Salmón στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ahí στα ελληνικά - εκεί, υπάρχει, υπάρχουν, υφίσταται, υπάρξει
  • como στα ελληνικά - όπως, γιατί, συμπαθώ, διότι, αρέσω, πώς, σαν, ...
  • empastar στα ελληνικά - γεμίζω, πάστα, πάστας, Επικόλληση, πολτό, κόλλα
  • hojalatero στα ελληνικά - τενεκετζής, φαναρτζής, λευκοσιδηρουργού, λευκοσιδηρουργός, Βαφές
Τυχαίες λέξεις
Salmón στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού