Ascensione στα ελληνικά
Μετάφραση: ascensione, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάβαση, ανεβαίνω, ανάδειξη, σκαρφαλώνω, ανάληψη, Αναλήψεως, της Αναλήψεως, ανάληψή
Μεταφράσεις
- arzillo στα ελληνικά - ακμαίος, ενεργός, δραστήριος, εύθυμος, πεταχτό, παιχνιδιάρικη, ζωηρός
- ascella στα ελληνικά - μασχάλη, μασχάλης, τη μασχάλη, στη μασχάλη, της μασχάλης
- ascensore στα ελληνικά - σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
- ascesa στα ελληνικά - αυξάνομαι, αύξηση, ανάβαση, ορθώνομαι, ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, ανατέλλω, ...
Τυχαίες λέξεις
Ascensione στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάβαση, ανεβαίνω, ανάδειξη, σκαρφαλώνω, ανάληψη, Αναλήψεως, της Αναλήψεως, ανάληψή
Μεταφράσεις: ανάβαση, ανεβαίνω, ανάδειξη, σκαρφαλώνω, ανάληψη, Αναλήψεως, της Αναλήψεως, ανάληψή