Baionetta στα ελληνικά
Μετάφραση: baionetta, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξιφολόγχη, μπαγιονέτ, τύπου μπαγιονέτ, μπαγιονέτας, bayonet
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bagno στα ελληνικά - μπανιέρα, λούζομαι, σαπιοκάραβο, μπάνιο, λουτρό, τουαλέτα, μπάνιου
- baia στα ελληνικά - κόλπος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου
- balaustra στα ελληνικά - κιγκλίδωμα, κιγκλιδώματος, κάγκελα, παραπέτο, κάγκελο
- balbettare στα ελληνικά - τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος
Τυχαίες λέξεις
Baionetta στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξιφολόγχη, μπαγιονέτ, τύπου μπαγιονέτ, μπαγιονέτας, bayonet
Μεταφράσεις: ξιφολόγχη, μπαγιονέτ, τύπου μπαγιονέτ, μπαγιονέτας, bayonet