Λέξη: κάποιος
Σχετικές λέξεις: κάποιος
κάποιος σ αγαπάει στίχοι, κάποιος κάπου κάποτε, κάποιος χτύπησε την πόρτα, κάποιος άλλος μπορεί να έχει συνδεθεί στο λογαριασμό σας, κάποιος αγόραζε αυγά 20 δραχμές το ένα και τα πουλούσε 10 δραχμές το ένα. πώς έγινε εκατομμυριούχος, κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα, κάποιος γιορτάζει, κάποιος να μ’ αγαπάει, κάποιος είπε πως η αγάπη σ'ένα αστέρι κατοικεί, κάποιος μιλάει μόνος του κρατώντας ένα ποτήρι γάλα olvio
Συνώνυμα: κάποιος
ένας, εις, μερικοί, κάμποσος, τινές, οιοσδήποτε, κάποια
Μεταφράσεις: κάποιος
κάποιος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
somebody, someone, one, anyone, some
κάποιος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alguno, alguien, a alguien, que alguien, persona, alguien que
κάποιος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
irgendeiner, einzelwesen, person, mensch, einzelperson, jemand, individuum, jemanden, Empfehlen, jemandem
κάποιος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
personne, quelqu'un, individu, humain, quidam, mortel, un, aucun, une personne, que quelqu'un
κάποιος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
qualcuno, alcuno, qualcheduno, qualcun, persona, una persona, che qualcuno
κάποιος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
indivíduo, alguém, algum, alguns, algumas, personagem, pessoa, sujeito, alguma, que alguém, outra, alguém que
κάποιος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
snuiter, kerel, personage, individu, enkeling, enig, vent, menselijk, knul, persoon, sujet, iemand, iemand die, van iemand, bevelen
κάποιος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
персона, человек, личность, кто-то, кто, кого
κάποιος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
noen, en, noen som, noen til, noens
κάποιος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
någon, någon som, att någon, någons, person
κάποιος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yksilö, eräs, joku, henkilö, ihminen, jonkun, ystävällesi, jotakuta
κάποιος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nogen, en, en person, person
κάποιος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
někdo, kdosi, někoho, někoho víc, se někdo
κάποιος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ktoś, kogoś, kimś, osoba
κάποιος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
valaki, valakit, valakinek, hogy valaki
κάποιος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
birey, birisi, biri, birinin, kimse, birileri
κάποιος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хто-небудь, хтось, дехто
κάποιος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dikush, ndonjë, dikë, dikujt, se dikush, dikush e
κάποιος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
човек, някой, някого
κάποιος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
чалавек, хто, хтосьці, кто, нехта
κάποιος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
keegi, kellegi, kedagi, teda
κάποιος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
netko, punu, neko, nekoga, je netko, se netko
κάποιος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einhver, nokkur, einhvern, að einhver, einhvers, sem einhver
κάποιος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
quispiam, aliquis
κάποιος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žmogus, asmuo, kažkas, nors, kas, kas nors, tą
κάποιος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mirstīgais, persona, cilvēks, kāds, kādam, kādu, kāda
κάποιος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
некој, некого, на некој, некој ќе
κάποιος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
muritor, cineva, pe cineva, cuiva, persoană, persoane
κάποιος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nekdo, kdo, je nekdo, nekoga
κάποιος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
niekto