Danneggiare στα ελληνικά
Μετάφραση: danneggiare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζημιά, βλάπτω, βλάβη, ζημία, ζημιές, βλάβης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- danaro στα ελληνικά - λεφτά, χρήματα, χρήμα, χρημάτων, τα χρήματα, χρήματος
- dannare στα ελληνικά - δεκάρα, βλασφημία, καταραμένο, βλασφημίας, γαμώτο
- danno στα ελληνικά - κάκωση, βλάπτω, βλάβη, ζημιά, αλλοίωση, ζημία, ζημιές, ...
- dannoso στα ελληνικά - επιβλαβής, επιβλαβείς, επιβλαβών, επιβλαβή, βλαβερές
Τυχαίες λέξεις
Danneggiare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζημιά, βλάπτω, βλάβη, ζημία, ζημιές, βλάβης
Μεταφράσεις: ζημιά, βλάπτω, βλάβη, ζημία, ζημιές, βλάβης