Λέξη: κλειδί
Σχετικές λέξεις: κλειδί
κλειδί ημαθίας, κλειδί του σολ, κλειδί φίλτρου λαδιού, κλειδί εκπα, κλειδί τύπου χρηματοκιβωτίου, κλειδί του φα, κλειδί κουμπαρά ταχυδρομικού ταμιευτηρίου, κλειδί ονειροκρίτης, κλειδί του ντο, κλειδί εξαέρωσης καλοριφέρ, το κλειδί
Συνώνυμα: κλειδί
πλήκτρο, κλείς, λύση, τόνος μουσική, μουσικό κλειδί, μουσική κλείς, γαλλικό κλειδί, στραμπούληγμα, βίαια στροφή, βίαιο τράβηγμα, κλειδί βίδας
Μεταφράσεις: κλειδί
κλειδί στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
clue, key, wrench, a key, keyword, key is
κλειδί στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tono, tecla, llave, clave, tecla de, clave de
κλειδί στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tonart, hinweis, schlüssel, kilo, grundlegend, taste, indiz, tipp, kilogramm, lösung, keil, anhaltspunkt, Schlüssel, Taste
κλειδί στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ornière, trace, légende, kilogramme, clef, ton, pelote, stigmate, peloton, empreinte, vestige, clé, fondamental, indication, touche, coin, clavier, essentiel
κλειδί στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
chiave, tasto, chiave di, il tasto
κλειδί στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chave, chaleira, tecla, chave de, fundamental
κλειδί στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toets, fundamenteel, toonladder, kilo, toonschaal, sleutel, scala, belangrijke, belangrijkste
κλειδί στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
оттенок, вереница, улика, разъяснение, смелость, килограмм, тональность, дюбель, кнопка, риф, тон, клавиша, нить, подкуп, определитель, чека, ключ, ключевым, ключевой, ключом
κλειδί στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nøkkel, tast, nøkkelen
κλειδί στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nyckel, tangent, nyckeln, tangenten, knappen
κλειδί στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ensisijainen, kilogramma, nimetä, perusteellinen, perus-, viite, keriä, avain, kosketin, vihjaus, vaikuttava, vihje, näppäintä, keskeinen, -näppäintä
κλειδί στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nøgle, tasten, nøglen, tast
κλειδί στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
klávesa, klapka, klubko, klín, tónina, klíčový, tlačítko, stopa, tón, legenda, pokyn, klíč, klíčovým, klíčem
κλειδί στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klin, kłębek, wpust, kluczowanie, wysepka, wskazówka, kluczyk, ślad, klawisz, legenda, podpowiedź, tonacja, klucz, trop, kluczowy, kluczem, kluczowym
κλειδί στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
jelmagyarázat, korallsziget, megoldások, kulcs, gombolyag, kulcsfontosságú, gomb, legfontosabb, kulcsot
κλειδί στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kilogram, anahtar, açkı, esaslı, tuşuna, tuşu, anahtarı, kilit
κλειδί στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нить, ключ, доказ, нитка, литавра
κλειδί στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
çelës, kyç, kryesore, çelësi, kryesor, kyçe
κλειδί στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ключ, клавиш, ключов, ключовата, ключова
κλειδί στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ключ
κλειδί στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rullima, kentucky, vihje, klahv, võti, helistik, klahvi, peamiste, peamised, võtme
κλειδί στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šifra, znak, dirka, ključne, trag, ciljati, tipka, ključnih, ključni, ključ, glavni, klin, ključna, ključno
κλειδί στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lykill, lykillinn, takkann, takka, lykillinn að
κλειδί στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
clavis
κλειδί στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
raktas, pagrindinis, klavišas, klavišą, pagrindinė
κλειδί στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
galvenais, atrisinājums, atslēga, taustiņš, taustiņu, atslēgu
κλειδί στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клуч, клучот, клучните, клучни, клучен
κλειδί στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cheie, clapă, fundamental, tasta, cheia, esențial
κλειδί στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stopa, ključ, tipka, ključni, ključno, ključna
κλειδί στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
klíč, stopa, kľúč, klíčivý, klúč, kľúča
Στατιστικά δημοτικότητας: κλειδί
Τυχαίες λέξεις