Dettato στα ελληνικά

Μετάφραση: dettato, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθογραφία, υπαγόρευση, υπαγόρευσης, την υπαγόρευση, ηχογράφησης, από υπαγόρευση
Dettato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dettaglio στα ελληνικά - λεπτομέρεια, απαριθμώ, λεπτομερώς, λεπτομέρειες, λεπτομερέστερα, αναλυτικά
  • dettare στα ελληνικά - υπαγορεύω, υπαγόρευση, υπαγορεύουν, υπαγορεύει, υπαγορεύσει, επιβάλλουν
  • dettatura στα ελληνικά - ορθογραφία, υπαγόρευση, υπαγόρευσης, την υπαγόρευση, ηχογράφησης, από υπαγόρευση
  • detto στα ελληνικά - γνωμικό, ρήση, παροιμία, που ονομάζεται, ονομάζεται, κάλεσε, καλείται, ...
Τυχαίες λέξεις
Dettato στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθογραφία, υπαγόρευση, υπαγόρευσης, την υπαγόρευση, ηχογράφησης, από υπαγόρευση