Distante στα ελληνικά
Μετάφραση: distante, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μακριά, απόκεντρος, απόμακρος, ψυχρός, απομακρυσμένος, μακρινός, μακρινό, μακρινή, μακρινές, μακρινά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dissuadere στα ελληνικά - μεταπείθω, αποτρέπω, να αποτρέψει, αποτρέψει, αποτρέπουν, αποτρέψουν, αποθαρρύνει
- distacco στα ελληνικά - απόσταση, απόσπαση, αποσύνδεση, αποκόλληση, αποκόλλησης, απόσπασης
- distanza στα ελληνικά - απόσταση, απόσταση για, απόσταση με, απόστασης, εξ αποστάσεως
- distendere στα ελληνικά - τεντώνομαι, τεντώνω, τεζάρω, εκτείνομαι, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, ...
Τυχαίες λέξεις
Distante στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μακριά, απόκεντρος, απόμακρος, ψυχρός, απομακρυσμένος, μακρινός, μακρινό, μακρινή, μακρινές, μακρινά
Μεταφράσεις: μακριά, απόκεντρος, απόμακρος, ψυχρός, απομακρυσμένος, μακρινός, μακρινό, μακρινή, μακρινές, μακρινά