Distinto στα ελληνικά
Μετάφραση: distinto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναργής, ευκρινής, έκδηλος, ευγενικός, σαφής, ελευθερώνω, διαυγής, διακριτές, ξεχωριστή, διακριτή, ξεχωριστές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- distinta στα ελληνικά - λίστα, κατάλογος, κατάλογο, καταλόγου, λίστας
- distintivo στα ελληνικά - κονκάρδα, διακριτικός, διακριτικό, διακριτικού, διακριτικά, χαρακτηριστική
- distinzione στα ελληνικά - διάκριση, διάκρισης, διαχωρισμός, διαφορά, διαχωρισμό
- distogliere στα ελληνικά - εκτρέψει, εκτροπή, εκτρέψουν, προωθήσετε, την εκτροπή
Τυχαίες λέξεις
Distinto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναργής, ευκρινής, έκδηλος, ευγενικός, σαφής, ελευθερώνω, διαυγής, διακριτές, ξεχωριστή, διακριτή, ξεχωριστές
Μεταφράσεις: εναργής, ευκρινής, έκδηλος, ευγενικός, σαφής, ελευθερώνω, διαυγής, διακριτές, ξεχωριστή, διακριτή, ξεχωριστές