Divertente στα ελληνικά
Μετάφραση: divertente, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κωμικός, περίεργος, αστείος, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diversità στα ελληνικά - ποικιλία, ποικιλομορφία, πολυμορφία, πολυμορφίας, ποικιλομορφίας
- diverso στα ελληνικά - διαφορετικός, διάφορα, άλλος, διάφορος, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, ...
- divertimento στα ελληνικά - κέφι, ψυχαγωγία, πλάκα, διασκέδαση, τη διασκέδαση, διασκεδαστικό, διασκέδασης, ...
- divertire στα ελληνικά - αναπαριστώ, ψυχαγωγώ, φιλοξενώ, διασκεδάζω, αναδημιουργώ, ψυχαγωγήσει, διασκεδάσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Divertente στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κωμικός, περίεργος, αστείος, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Μεταφράσεις: κωμικός, περίεργος, αστείος, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες