Αστείος στα ιταλικά
Μετάφραση: αστείος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
divertente, strano, lepido, bizzarro, dilettevole, giocondo, comico, buffo, spassoso, divertenti, buffa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστείος
αστείος αντίθετο, αστείος μονόλογος, αστείοσ ετυμολογία, άγιος αστείος, αστείος διάλογος, αστείος λεξικό γλώσσας ιταλικά, αστείος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ασταμάτητος στα ιταλικά - incessante, inarrestabile, inarrestabili, irrefrenabile, unstoppable
- αστείο στα ιταλικά - scherzo, scherzare, bavaglio, lazzo, celia, burla, battuta, ...
- αστερίσκος στα ιταλικά - asterisco, dall'asterisco
- αστερισμός στα ιταλικά - costellazione, costellazione di, costellazione del, della costellazione, costellazioni
Τυχαίες λέξεις
Αστείος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: divertente, strano, lepido, bizzarro, dilettevole, giocondo, comico, buffo, spassoso, divertenti, buffa
Μεταφράσεις: divertente, strano, lepido, bizzarro, dilettevole, giocondo, comico, buffo, spassoso, divertenti, buffa