Galoppo στα ελληνικά
Μετάφραση: galoppo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκάλοπ, καλπάζω, καλπασμός, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gallo στα ελληνικά - πετεινός, κόκορας, κόκκορας, κόκορα, κόκκορα
- galoppare στα ελληνικά - καλπασμός, καλπάζω, γκάλοπ, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
- gamberetto στα ελληνικά - γαρίδα, γαρίδες, γαρίδας, γαρίδων, αλιείας γαρίδας
- gambo στα ελληνικά - παγανίζω, κυνηγώ, στέλεχος, μίσχος, στείρα, βλαστικών, βλαστικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Galoppo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκάλοπ, καλπάζω, καλπασμός, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις: γκάλοπ, καλπάζω, καλπασμός, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού