Insensato στα ελληνικά

Μετάφραση: insensato, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράλογος, ανόητος, κουζουλός, λωλός, θυμωμένος, τρελός, αναίσθητος, παράλογη, παράλογο
Insensato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inseminazione στα ελληνικά - γονιμοποίηση, σπερματέγχυση, γονιμοποίησης, σπερματέγχυσης, γονιμοποιήσεως
  • insenatura στα ελληνικά - ορμίσκος, λιμανάκι, όρμο, όρμου, όρμος
  • insensibile στα ελληνικά - στυγνός, αναίσθητος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη
  • insensibilità στα ελληνικά - αναισθησία, συνείδησης, της συνείδησης, αισθήσεων, των αισθήσεων
Τυχαίες λέξεις
Insensato στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράλογος, ανόητος, κουζουλός, λωλός, θυμωμένος, τρελός, αναίσθητος, παράλογη, παράλογο