Λέξη: κρίκετ

Σχετικές λέξεις: κρίκετ

τζίμινι κρίκετ, προπονητήσ κρίκετ, κρίκετ ζόμπι, κρίκετ κανόνες, παιχνίδι κρίκετ, κανονισμοί κρίκετ, κρίκετ μπυρα, κρίκετ κέρκυρα

Συνώνυμα: κρίκετ

γρύλλος, τριζόνι, ευθυκρισία, είδος παιγνιδιού σφαίρας

Μεταφράσεις: κρίκετ

κρίκετ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cricket, cricketers

κρίκετ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cricket, grillo, de cricket, críquet, el cricket

κρίκετ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kricket, heimchen, grille, Kricket, Grille, Cricket

κρίκετ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
grillon, cricket, le cricket, de cricket, criquet

κρίκετ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
grillo, cricket, di cricket, da cricket, il cricket

κρίκετ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
grilo, críquete, Cricket, de críquete, do grilo

κρίκετ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kriek, krekel, cricket, veenmol, de Veenmol, veenmol van

κρίκετ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крикет, сверчок, скамеечка, сверчка, крикету, Cricket

κρίκετ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
cricket

κρίκετ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
syrsa, cricket, syrsan, syrsa-

κρίκετ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kriketti, sirkka, Cricket, krikettiä

κρίκετ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fårekylling, kricket, cricket

κρίκετ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
cvrček, kriket, Cricket, kriketu, kriketový

κρίκετ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kozubek, świerszcz, krykiet, krykieta, cricket, do krykieta

κρίκετ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
krikett, tücsök, Cricket, krikettet

κρίκετ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cırcırböceği, kriket, cricket

κρίκετ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крикет, крокують

κρίκετ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kriket, cricket, fron, kriketi, e kriket

κρίκετ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
крикет, Cricket, крикета, по крикет, Футбол

κρίκετ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
крыкет

κρίκετ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ritsikas, kriket, kriketi, kriketit, kriketis, kriketis kasutatavad

κρίκετ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zrikavac, kriket, cvrčak, kriketu, kriketa, u kriketu

κρίκετ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Krikket, krikketklúbbs, Krikketleikvangurinn, Krikketleikvangurinn í, Cricket

κρίκετ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svirplys, kriketas, kriketo, cricket, kriketą

κρίκετ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
krikets, circenis, kriketa, Cricket, kājsoliņš

κρίκετ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крикет, крикетот, штурец, крикет на, cricket

κρίκετ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
greier, crichet, cricket, de cricket, greiere, de crichet

κρίκετ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kriket, cricket, čriček, kriketa, v kriketu

κρίκετ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kriket, cvrček, krikete
Τυχαίες λέξεις