Mammella στα ελληνικά
Μετάφραση: mammella, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήθος, μαστάρι, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- malvagio στα ελληνικά - κακός, κακοήθης, κακεντρεχής, σατανικός, κακό, κακού, το κακό, ...
- mamma στα ελληνικά - μαμά, μούμια, μάνα, Η μαμά, mom, τη μαμά, μητέρα
- mammifero στα ελληνικά - θηλαστικό, θηλαστικού, θηλαστικών, θηλαστικό που, θηλαστικά
- manager στα ελληνικά - διευθυντής, διαχειριστής, διαχειριστή, διευθυντή
Τυχαίες λέξεις
Mammella στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήθος, μαστάρι, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
Μεταφράσεις: στήθος, μαστάρι, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό