Λέξη: μετάγγιση

Σχετικές λέξεις: μετάγγιση

μετάγγιση αίματος και παραγώγων, μετάγγιση αίματος σε νεογνά, μετάγγιση πλάσματος, μετάγγιση βενζίνης, μετάγγιση αίματος, μετάγγιση λαδιού, μετάγγιση αιμοπεταλίων, μετάγγιση αίματος στην εγκυμοσύνη, μετάγγιση αίματος παρενέργειες, μετάγγιση κρασιού

Μεταφράσεις: μετάγγιση

μετάγγιση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
transfusion, transfusions, racking, transfusion of, transfused

μετάγγιση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
transfusión, transfusión de, la transfusión, transfusiones, de transfusión

μετάγγιση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Transfusion, Transfusions, Trans, Transfusionen

μετάγγιση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
transfusion, la transfusion, transfusionnelle, transfusions, une transfusion

μετάγγιση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trasfusione, trasfusione di, trasfusioni, trasfusionale, la trasfusione

μετάγγιση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
transfusão, transfusão de, transfusões, de transfusão, transfusional

μετάγγιση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
transfusie, transfusiereacties, transfusiereactie, de transfusie, bloedtransfusie

μετάγγιση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
переливание, трансфузия, передача, переливания, трансфузии, переливании, переливание крови

μετάγγιση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
transfusjon, overføring, transfusjons, trans

μετάγγιση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
transfusion, transfusions, transfusioner, blodtransfusion, trans

μετάγγιση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
verensiirto, verensiirtoon, verensiirron, siirron, verensiirtoa

μετάγγιση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
transfusion, blodtransfusion, er transfusion, transfusionen

μετάγγιση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
transfuze, transfúze, transfuzní, transfúzní, transfuzi

μετάγγιση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
transfuzja, przetoczenie, przetaczanie, transfuzji, przetoczenia

μετάγγιση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átömlesztés, transzfúzió, elkeveredés, transzfúziós, transzfúziót, transzfúzióra

μετάγγιση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kan nakli, nakil, transfüzyon, transfüzyonu, nakli

μετάγγιση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
передача, передавання, трансфузія, передання, переливання

μετάγγιση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
transfuzion, transfuzioni, transfuzioni i, transfuzionit, transfuzionit të

μετάγγιση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
преливане, трансфузия, трансфузионна, кръвопреливане, преливане на

μετάγγιση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пераліванне, пералівання, пераліваньне, толькі замена

μετάγγιση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vereülekanne, ülekanne, vereülekande, vereülekannete, vereülekandeks, vereülekannet

μετάγγιση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pretakanje, prelijevanje, transfuzija, transfuziju, transfuzijske, transfuzijska, s transfuzijom

μετάγγιση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blóðgjöf, blóðgjafar, blóðskipti

μετάγγιση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
perpylimas, transfuzijos, perpylimo, transfuzija, transfusion

μετάγγιση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pārliešana, pārliešanas, transfūzija, transfūziju, asins pārliešana

μετάγγιση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
трансфузија, трансфузија на, трансфузијата, трансфузиологија, на трансфузија

μετάγγιση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
transfuzie, transfuzie de, transfuzii, transfuzia, de transfuzie

μετάγγιση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
transfuzija, transfuzijo, transfuzijska, transfuzije, transfuziji

μετάγγιση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
transfúzia, transfúzie, transfúziu, transfúzií, transfúzii
Τυχαίες λέξεις