Mucchio στα ελληνικά

Μετάφραση: mucchio, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωρός, στοιβάδα, στοιβάζω, στοίβα, σωρό, σωρού, πέλος
Mucchio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mozzo στα ελληνικά - κεντρικό σημείο, πλήμνη, πλήμνης, κόμβο, διανομέα
  • mucca στα ελληνικά - αγελάδα, αγελάδας, αγελάδων, αγελάδες, αγελαδινό
  • muco στα ελληνικά - γλίτσα, φλέγμα, βλέννας, βλέννα, βλέννης, βλέννη
  • muffa στα ελληνικά - περονόσπορος, μούχλα, καλούπι, καλουπιού, μήτρας, μήτρα
Τυχαίες λέξεις
Mucchio στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωρός, στοιβάδα, στοιβάζω, στοίβα, σωρό, σωρού, πέλος