Purpureo στα ελληνικά

Μετάφραση: purpureo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
Purpureo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • purista στα ελληνικά - καθαρολόγος, οπαδός της καθαρεύουσας, ακριβολόγος, καθαρεύουσα, καθαρόαιμη
  • puro στα ελληνικά - ατόφιος, καθαρίζω, καθαρός, καθαρό, καθαρή, καθαρά, καθαρής
  • purtroppo στα ελληνικά - δυστυχώς, Ατυχώς
  • pus στα ελληνικά - πύο, πύον, πύου, τα pus
Τυχαίες λέξεις
Purpureo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού