Raccolto στα ελληνικά
Μετάφραση: raccolto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρύγος, κουρεύω, σοδειά, θερίζω, σήκωσε, επιταχύνθηκε, πήρε, επιβιβάζονται, πάρει
Μεταφράσεις
- raccoglitore στα ελληνικά - συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
- raccolta στα ελληνικά - σοδειά, κουρεύω, τρύγος, χωνεύω, θερίζω, συλλογή, συλλογής, ...
- raccomandare στα ελληνικά - διαπράττω, συστήνω, συμβουλεύω, κάνω, προτείνω, δεσμεύω, συνιστώ, ...
- raccomandazione στα ελληνικά - σύσταση, σύστασης, τη σύσταση, σύστασή, συστάσεως
Τυχαίες λέξεις
Raccolto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρύγος, κουρεύω, σοδειά, θερίζω, σήκωσε, επιταχύνθηκε, πήρε, επιβιβάζονται, πάρει
Μεταφράσεις: τρύγος, κουρεύω, σοδειά, θερίζω, σήκωσε, επιταχύνθηκε, πήρε, επιβιβάζονται, πάρει