Regolarità στα ελληνικά

Μετάφραση: regolarità, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τακτικότητα, κανονικότητα, την κανονικότητα, κανονικότητας, της κανονικότητας
Regolarità στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • regolamento στα ελληνικά - ρύθμιση, υπαγορεύω, κανονισμός, κανονισμού, κανονισμό, τον κανονισμό
  • regolare στα ελληνικά - έλεγχος, καθοδηγώ, ομαλός, σκηνοθετώ, κανονίζω, τακτικός, εξουσιάζω, ...
  • regolarmente στα ελληνικά - τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά
  • regolatore στα ελληνικά - ρυθμιστής, ρυθμιστή, ρυθμιστική, ρυθμιστική αρχή, ρυθμιστικής
Τυχαίες λέξεις
Regolarità στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τακτικότητα, κανονικότητα, την κανονικότητα, κανονικότητας, της κανονικότητας