Ruvido στα ελληνικά
Μετάφραση: ruvido, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγριος, πρόχειρος, χονδροειδής, σκληρός, δριμύς, αγροίκος, τραχύς, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rustico στα ελληνικά - αγροτικός, χωριάτικος, ρουστίκ, αγροτικό, χωριάτικο
- ruttare στα ελληνικά - ρέψιμο, burp
- sabbia στα ελληνικά - άμμος, αμμόλιθος, χαλίκι, άμμο, άμμου, αμμουδιά, την άμμο
- sabbioso στα ελληνικά - αμμώδης, αμμώδη, αμμώδεις, αμμουδερή, άμμο
Τυχαίες λέξεις
Ruvido στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγριος, πρόχειρος, χονδροειδής, σκληρός, δριμύς, αγροίκος, τραχύς, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Μεταφράσεις: άγριος, πρόχειρος, χονδροειδής, σκληρός, δριμύς, αγροίκος, τραχύς, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα