Sollevare στα ελληνικά
Μετάφραση: sollevare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυξάνομαι, ασανσέρ, ανατρέφω, αναστηλώνω, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, υψώνω, πισινός, μεγαλώνω, ανελκυστήρας, ανύψωση, ανελκυστήρα, ανύψωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- solleticare στα ελληνικά - γαργαλίζω, γαργαλάω, γαργάλημα, tickle, γαργαλητό, του tickle
- sollevamento στα ελληνικά - μεταρσιώνω, push ups, ώθηση UPS, κάμψεις, η ώθηση UPS, την ώθηση UPS
- sollievo στα ελληνικά - αρωγή, ανακούφιση, εκτόνωση, ανάγλυφος, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ...
- solo στα ελληνικά - απλός, πέλμα, ανύπαντρος, γλώσσα, μόνο, μόνος, μοναχικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Sollevare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυξάνομαι, ασανσέρ, ανατρέφω, αναστηλώνω, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, υψώνω, πισινός, μεγαλώνω, ανελκυστήρας, ανύψωση, ανελκυστήρα, ανύψωσης
Μεταφράσεις: αυξάνομαι, ασανσέρ, ανατρέφω, αναστηλώνω, σηκώνω, ανυψώνω, τρέφω, υψώνω, πισινός, μεγαλώνω, ανελκυστήρας, ανύψωση, ανελκυστήρα, ανύψωσης