Λέξη: αρπάζομαι
Μεταφράσεις: αρπάζομαι
αρπάζομαι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
grapple, snapper, scrounge, grappler, poach, catch
αρπάζομαι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aferrar, pargo, snapper, pargos, el pargo, mordedores
αρπάζομαι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
handgemenge, greifer, bewältigen, ringkampf, meistern, Snapper, Schnapper, Rotbarsch, Schnappern
αρπάζομαι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lutte, lutter, prise, mêlée, attraper, capturer, empoigner, combat, joute, saisir, bataille, appréhender, vivaneau, snapper, le vivaneau, vivaneaux, enclenchement
αρπάζομαι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
snapper, dentice, dentici, luzianide, red snapper
αρπάζομαι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
snapper, pargo, caranga, luciano, anchova
αρπάζομαι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beetpakken, pakken, beetnemen, snapper, snappers, gepaneerde, snapper wordt geserveerd
αρπάζομαι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сцепиться, схватываться, схватить, схватиться, борьба, схватка, Snapper, грубиян, луциан, люциана, грубияна
αρπάζομαι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fange, snapper, fisken, snapperen
αρπάζομαι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snapper, snäpporganet, snäpp
αρπάζομαι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tarttua, pärjätä, pyydystää, Snapper, napsijasaaliista, katkaiseva, aloitussyötön antaja, aloitussyötön antajan
αρπάζομαι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
snapper
αρπάζομαι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chvat, rvačka, zápas, uchopit, popadnout, Snapper, kanic, chňapal, dravé želvy, chňapalů
αρπάζομαι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
walka, zmaganie, chwytak, chwyt, objąć, chwytać, zmagać, smarkacz, snapper, lucjan, lucjana, e smarkacz
αρπάζομαι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
horgony, kihorgonyzás, Snapper, sügér, csattogóhal, a Snapper
αρπάζομαι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
balığı, snapper, kırlangıç balığı
αρπάζομαι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
боротьба, Snapper
αρπάζομαι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gocë, gocë e, pa vlerë, pa vlerë të
αρπάζομαι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
костенурка, риба, берикс, луциан, снапер
αρπάζομαι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Snapper
αρπάζομαι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haardekonks, maadlema, riffahven, snapper, mereahven, riffahvena
αρπάζομαι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kuka, čaklja, snapper
αρπάζομαι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
snapper
αρπάζομαι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
snapper, rifešeriai, lynas, smarkacz, ešerys
αρπάζομαι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
plaudis, snapper, lutjānzivju, lutjānzivis, lutjānzivs
αρπάζομαι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
детиште, вид риба
αρπάζομαι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
snapper, bibanul, bibanul de, biban, intorsatura
αρπάζομαι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hlastač, snapper, zaskoÄŤnik, mesojedka, hlestač
αρπάζομαι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hmat, chvat, Snapper