Succedere στα ελληνικά
Μετάφραση: succedere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβαίνω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- subito στα ελληνικά - εφάπαξ, κάποτε, αμέσως, αμέσως με
- substrato στα ελληνικά - υπόστρωμα, υποστρώματος, του υποστρώματος, το υπόστρωμα
- successione στα ελληνικά - σειρά, αλληλουχία, διαδοχή, διαδοχικά, διαδοχής, κληρονομική διαδοχή
- successivo στα ελληνικά - οπαδοί, ακολουθία, παρακολούθηση, εξής, ακόλουθες, ακόλουθα, παρακάτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Succedere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβαίνω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
Μεταφράσεις: συμβαίνω, διαδραματίζω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει