Tetto στα ελληνικά

Μετάφραση: tetto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οροφή, σκεπή, ταράτσα, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών
Tetto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baia στα ελληνικά - κόλπος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου
  • calcestruzzo στα ελληνικά - μπετό, συγκεκριμένος, μπετόν, σκυρόδεμα, σκυροδέματος, συγκεκριμένα, συγκεκριμένες, ...
  • delinquente στα ελληνικά - εγκληματίας, ένοχος, παραβάτης, παραβατική, παραβατικής, παραβατικές, της παραβατικής
  • selvaggio στα ελληνικά - μανιασμένος, βάρβαρος, άγριος, άγρια, άγριων, άγριου, άγριας
Τυχαίες λέξεις
Tetto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οροφή, σκεπή, ταράτσα, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών