Unitamente στα ελληνικά
Μετάφραση: unitamente, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apprendimento στα ελληνικά - απόκτημα, απόκτηση, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης
- intenerire στα ελληνικά - μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
- isola στα ελληνικά - νησί, νησάκι, νησιού, νήσου, το νησί, νήσο
- magnate στα ελληνικά - μεγιστάνας, μεγιστάνα, μεγιστάνας των, μεγιστάνας του, μεγιστάνας της
Τυχαίες λέξεις
Unitamente στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
Μεταφράσεις: μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και