Λέξη: πτήση

Σχετικές λέξεις: πτήση

πτήση με αερόστατο, πτήση malaysia airlines, πτήση 370, πτήση 19, πτήση και διάστημα, πτήση mh370, πτήση μαλαισία, πτήση air france 447, πτήση μη370, πτήση helios

Συνώνυμα: πτήση

ύψος, πέταγμα, πτήσις, φυγή, σειρά

Μεταφράσεις: πτήση

πτήση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
flight, flights, a flight, flying

πτήση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escape, huida, bandada, fuga, vuelo, escuadrilla, en KAYAK, KAYAK, de vuelo, vuelos

πτήση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
flugreise, flucht, fliegen, fliehen, Flug, Flucht, Flug zu

πτήση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
trajectoire, passage, passe, échappée, penne, volée, course, essor, survol, cours, troupeau, escadrille, fuite, vol, rémige, avion, vol au départ, vols, départ

πτήση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
evasione, stormo, fuoriuscita, perdita, volo, fuga, di volo, voli, volo di

πτήση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
insecto, trajectória, vôo, voo, voos, de voos, de voo

πτήση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwerm, vlucht, ontsnapping, baan, vliegtocht, kogelbaan, vlucht te, de vlucht, vluchtgegevens, vluchten

πτήση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
взлёт, звено, полет, стая, рейс, вылет, траектория, оперять, марш, лет, побег, перелет, залп, взлет, слет, град, полета, рейса, полёт

πτήση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rømning, flyging, flukt, flygning, flyreise, flyvning, om flyvninger, flytur

πτήση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rymma, rymning, flyg, flygning, flight, om flyg

πτήση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
liikerata, karkaaminen, ammuksen rata, lento, vuoto, lentäminen, karkaus, pako, trajektoria, lennollesi, lentolippua, lennon, Lentoaikataulut

πτήση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
flyvning, flugt, fly, flyrejse, søgning, på flybilletter

πτήση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
útěk, let, únik, tah, hejno, běh, letka, přelet, letu, letové, letový, letových

πτήση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lot, pierzchnięcie, ucieczka, stado, lotka, rejs, eskadra, bieg, przelot, kondygnacja, zbiegostwo, lotu, lotów, lotniczych

πτήση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
emelet, vonszoló, repülés, repülési, járat, járatot, repülőjegyének

πτήση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaçış, firar, uçuş, uçuşlar, uçuşlar hakkında, bölgesine uçuşlar, bölgesine uçuşlar hakkında

πτήση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перельоту, ланка, ланку, політ, зграя, поле, полет

πτήση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fluturim, fluturimit, fluturimi, të fluturimit, e fluturimit

πτήση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
полет, на полета, полетния, на полет

πτήση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палёт, полет

πτήση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
trepp, lend, parv, lennu, lennukompaniide, lendu

πτήση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
letenje, let, bijeg, preleta, leta, letenja, letu

πτήση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flug, flótti, flugi, flugið, Dohop, Dohop er

πτήση στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fuga

πτήση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
reisas, skrydis, skridimas, skrydžių, skrydžio, pateiks skrydžių, skrydžius

πτήση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lidojums, izglābšanās, lidošana, bēgšana, reiss, lidojuma, lidojumu, lidmašīnas, reisa

πτήση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
летот, лет, летање, летови, бегство

πτήση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
evadare, zbor, de zbor, zbor de, zbor din, zboruri

πτήση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
let, letenja, letov, polet, letenje

πτήση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
let, letový, rokov, roky, rokoch

Στατιστικά δημοτικότητας: πτήση

Τυχαίες λέξεις