Đak στα ελληνικά
Μετάφραση: đak, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαθητής, φοιτήτρια, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών
Μεταφράσεις
- diskriminirati στα ελληνικά - διακρίσεις, διάκριση, εισάγουν διακρίσεις, εισάγει διακρίσεις, κάνουν διακρίσεις
- dvojben στα ελληνικά - αμφίβολος, αμφίβολο, επισφαλείς, αμφίβολη, επισφαλών
- neblagovremen στα ελληνικά - πρόωρος, πρόωρο, άκαιρη, τον πρόωρο, άκαιρες
- ovan στα ελληνικά - πρόβατο, κριάρι, εμβολίζω, πρόβατα, εγείρομαι, προκύπτω, κριός, ...
Τυχαίες λέξεις
Đak στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαθητής, φοιτήτρια, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών
Μεταφράσεις: μαθητής, φοιτήτρια, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών