Bivši στα ελληνικά

Μετάφραση: bivši, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρώην, περασμένος, παρελθόν, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
Bivši στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bivstvovanje στα ελληνικά - οικισμός, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι
  • bivša στα ελληνικά - πρώην, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
  • bizmut στα ελληνικά - βισμούθιο, βισμούθιου, βισμουθίου, του βισμούθιου, το βισμούθιο
  • biznis στα ελληνικά - δουλειά, δουλειές, επιχείρηση, υπόθεση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, ...
Τυχαίες λέξεις
Bivši στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρώην, περασμένος, παρελθόν, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη