Daljnjem στα ελληνικά
Μετάφραση: daljnjem, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεχίζομαι, συνεχίζω, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- daljinsko στα ελληνικά - πρώιμος, νωρίς, μακρινός, απομακρυσμένο, απομακρυσμένες, απομακρυσμένη, εξ αποστάσεως
- daljnjeg στα ελληνικά - παραπέρα, μακρύτερος, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
- daljnji στα ελληνικά - συνεχίζω, συνεχίζομαι, μακρύτερος, παραπέρα, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, ...
- daljnjih στα ελληνικά - παραπέρα, μακρύτερος, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
Τυχαίες λέξεις
Daljnjem στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεχίζομαι, συνεχίζω, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
Μεταφράσεις: συνεχίζομαι, συνεχίζω, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη