Korito στα ελληνικά

Μετάφραση: korito, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φάτνη, μπάνιο, μπανιέρα, λουτρό, αυλάκι, σκάφη, γούρνα, σκάφης, χαμηλότερο σημείο
Korito στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • koristoljubiv στα ελληνικά - μισθοφορικός, μισθοφόρος, μισθοφορικών, μισθοφορικό, μισθοφόρου, μισθοφορικού
  • koriti στα ελληνικά - επιπλήττω, αποπαίρνω, επίπληξη, καβουρδίζω, μαλώνω, ερπετό, μέμφομαι, ...
  • korištenja στα ελληνικά - χρησιμοποιώ, μεταχείριση, χρήση, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
  • korjenit στα ελληνικά - ριζικός, πλήρης, διεξοδική, ενδελεχή, εμπεριστατωμένη, λεπτομερή
Τυχαίες λέξεις
Korito στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φάτνη, μπάνιο, μπανιέρα, λουτρό, αυλάκι, σκάφη, γούρνα, σκάφης, χαμηλότερο σημείο